Ποια είναι η διαφορά μεταξύ της καθαρής αξίας ενεργητικού (ETF) του ETF και της τιμής αγοράς του;

Bailout 1: Liquidity vs. Solvency (Ενδέχεται 2024)

Bailout 1: Liquidity vs. Solvency (Ενδέχεται 2024)
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ της καθαρής αξίας ενεργητικού (ETF) του ETF και της τιμής αγοράς του;
Anonim
α:

Η τιμή αγοράς του χρηματιστηρίου είναι η τιμή στην οποία οι μετοχές στο ETF μπορούν να αγοραστούν ή να πωληθούν στα χρηματιστήρια κατά τις ώρες συναλλαγών, ενώ η καθαρή αξία ενεργητικού (NAV) του μεριδίου κάθε μετοχής από τα περιουσιακά στοιχεία του ταμείου και τα μετρητά στο τέλος της ημέρας διαπραγμάτευσης. Τα ETF υπολογίζουν την ΚΑΕ σε 4 p. m. EST, αφού οι αγορές κλείσουν.

Η ΚΑΕ προσδιορίζεται προσθέτοντας την αξία όλων των στοιχείων του ενεργητικού στο ταμείο, περιλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων και των μετρητών, αφαιρώντας τυχόν υποχρεώσεις και στη συνέχεια διαιρώντας την αξία αυτή με τον αριθμό των μετοχών που εκκρεμούν στο ΕΙΕΕ. Η ΚΑΕ χρησιμοποιείται για τη σύγκριση των επιδόσεων των διαφόρων ταμείων, καθώς και για λογιστικούς σκοπούς. Το ΕΙΕΕ επίσης απελευθερώνει τις τρέχουσες ημερήσιες συμμετοχές του, το ποσό των μετρητών, τις εκκρεμείς μετοχές και τα δεδουλευμένα μερίσματα, αν υπάρχουν. Για τους επενδυτές, τα ETF έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι πιο διαφανή. Τα αμοιβαία κεφάλαια και τα κεφάλαια κλειστού τύπου δεν είναι υποχρεωμένα να αποκαλύπτουν τις καθημερινές τους συμμετοχές. Στην πραγματικότητα, τα αμοιβαία κεφάλαια συνήθως αποκαλύπτουν τις συμμετοχές τους μόνο τριμηνιαία.

Μπορεί να υπάρχουν διαφορές μεταξύ της τιμής κλεισίματος της αγοράς για το ETF και την ΚΑΕ. Οποιαδήποτε παρέκκλιση θα πρέπει να είναι σχετικά μικρή. Αυτό οφείλεται στον μηχανισμό εξαργύρωσης που χρησιμοποιούν τα ΕΙΕΕ. Οι μηχανισμοί εξαργύρωσης διατηρούν την αγοραία αξία του ETF και την τιμή NAV λογικά κοντά. Το ΕΙΕΕ χρησιμοποιεί έναν εξουσιοδοτημένο συμμετέχοντα (AP) για τη δημιουργία μονάδων δημιουργίας. Για ένα ΕΙΕΕ που παρακολουθεί το S & P 500, ένα AP θα σχηματίσει μια μονάδα δημιουργίας μετοχών σε όλες τις εταιρείες της S & P 500 σε μια στάθμιση ίση με εκείνη του υποκείμενου δείκτη. Στη συνέχεια, το AP θα μεταφέρει τη μονάδα δημιουργίας στον πάροχο του ΕΜΤ με βάση την αξία της NAV. Σε αντάλλαγμα, το AP θα λάβει ένα παρόμοιο τεμάχιο μετοχών στο ΕΙΕΕ. Το AP μπορεί στη συνέχεια να πουλήσει τις μετοχές αυτές στην ελεύθερη αγορά. Οι μονάδες δημιουργίας είναι συνήθως από 25.000 έως 600.000 μετοχές του ΕΙΕΕ.

Ο μηχανισμός εξαργύρωσης συμβάλλει στη διατήρηση της ευθυγράμμισης των τιμών της αγοράς και της NAV. Το AP μπορεί εύκολα να αρχειοθετεί τυχόν διαφορές μεταξύ της αγοραίας αξίας και της ΚΑΕ κατά τη διάρκεια της ημέρας διαπραγμάτευσης. Η αγοραία αξία των μετοχών του ΕΙΕΕ κυμαίνεται φυσιολογικά κατά τη διάρκεια της ημέρας διαπραγμάτευσης. Αν η αγοραία αξία είναι πολύ υψηλή σε σύγκριση με την ΚΑΕ, το AP μπορεί να εισέλθει και να αγοράσει τα υποκείμενα στοιχεία του ETF, ενώ παράλληλα πωλεί μετοχές της ETF.

Επικουρικά, το AP μπορεί να αγοράσει τις μετοχές του ΕΙΕΕ και να πουλήσει τα υποκείμενα στοιχεία εάν η αγοραία αξία του ΕΙΕΕ υπερβεί την ΚΑΕ. Αυτές οι ευκαιρίες μπορούν να προσφέρουν ένα γρήγορο και σχετικά μη κερδοσκοπικό κέρδος για το AP, διατηρώντας παράλληλα τις αξίες κοντά. Μπορεί να υπάρχουν πολλαπλές ΑΡ για ένα ΕΙΕΕ, διασφαλίζοντας ότι μπορούν να συμμετάσχουν περισσότερα από ένα μέρη για να αρμπιουργούν τυχόν αποκλίσεις τιμών.